ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

lundi 29 février 2016

Ελληνική Λογοτεχνία - Η επανέκδοση του τελευταίου μυθιστορήματος της Μέλπως Αξιώτη και η έκδοση της αλληλογραφίας της με τον Γιάννη Ρίτσο φέρνουν στο προσκήνιο μια μεγάλη φωνή της μεσοπολεμικής λογοτεχνίας μας


H Kάδμω, η Μέλπω και ο Γιάννης
Η Μέλπω Αξιώτη




Λαμπρινή Κουζέλη 

Μέλπω Αξιώτη
Η Κάδμω
Φιλολογική επιμέλεια, επίμετρο, σχόλια Μαρία Κακαβούλια.
Εκδόσεις Κέδρος, 2015,
σελ. 248

«Γιατί θεωρείται τόσο σπουδαία η "Κάδμω";»
με ρώτησε. Γιατί, πρέπει να το πούμε αυτό απ' την αρχή, η Κάδμω θεωρείται σπουδαία. Τι να απαντήσεις; Διότι είναι το τελευταίο βιβλίο μιας πρωτοπόρου πεζογράφου του ελληνικού μοντερνισμού αλλά και στρατευμένης αριστερής συγγραφέως του σοσιαλιστικού ρεαλισμού; Γιατί είναι ένα μυθιστόρημα αυτοβιογραφικό της Μέλπως Αξιώτη που διατρέχει τη ζωή της από τη Μύκονο των παιδικών χρόνων στην Αθήνα της Κατοχής και στην πολύχρονη εξορία στο Παρίσι και στις χώρες του ανατολικού μπλοκ;
Διότι είναι το πεζογράφημα στο οποίο αυτοβιογραφείται η ίδια η πεζογραφία της, όπου κάνουν περαντζάδα όλα τα προηγούμενα έργα της; Γιατί εκμυστηρεύεται, σε φωνή χαμηλή, σκέψεις για ζητήματα οικουμενικά, για τη μνήμη και τον χρόνο, για τη γραφή και τις λέξεις, για την εμπειρία του ανέστιου, για τη φθορά και τον θάνατο, με τη σοφία ανθρώπου που δημιούργησε και πίστεψε σε ιδανικά και μόχθησε γι' αυτά και ταλαιπωρήθηκε.

«Το γράψιμο είναι σπουδαία υπόθεση. Είναι όπως ο έρωτας»
εξομολογείται η αφηγήτρια της Κάδμως. Ο αγώνας με τις λέξεις, από τα πρώτα χρόνια που άρχισε να γράφει, γίνεται τώρα πιο επώδυνος: «Εχασες λέξεις, λησμόνησες όλα σου τα βιβλία που εσύ η ίδια κατασκεύασες, και τι είσαι τώρα; Είσαι ένα αρχαίο πιθάρι...». Ξέρει πως «όταν θα στερηθείς τις λέξεις διαδοχικά, αυτό είναι το γήρας».

Η μνήμη θρυμματισμένη, ο λόγος αποσπασματικός, η γραφή συνειρμική, στο δεύτερο πρόσωπο της συνομιλίας με το Εγώ και τον ξένο αλλά και της απόστασης, η γλώσσα προφορική με στοιχεία του μυκονιάτικου ιδιώματος. Το σύντομο αφήγημα αρθρώνεται σε 13 κεφάλαια. Μοτίβα, εικόνες και φράσεις από το προγενέστερο έργο, πεζογραφικό και ποιητικό, επανέρχονται μαζί με πρόσωπα από προηγούμενα έργα: «Σήμερα όμως ήρθε το παρελθόν σου για να σε συναντήσει. Η Αννα, η Μαρία, η Ισμήνη, η Κάδμω, όλα τα ονόματα που έπλασες». Κυρίως γυναίκες, «γιατί η γυναίκα προπαντός είναι πλάσμα παραμυθένιο».

Γεννημένη στην Αθήνα, κόρη του διευθυντή του Ωδείου Πειραιώς Γεωργίου Αξιώτη, η Μέλπω Αξιώτη (1903-1973) μεγάλωσε στη Μύκονο μακριά από τη μάνα της. Ηρθε στην Αθήνα, εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα, έκανε Αντίσταση με το ΕΑΜ και έφυγε αυτοεξόριστη στο Παρίσι το 1947, φοβούμενη επιπτώσεις για την αριστερή δράση της. Ακολουθούν μετακινήσεις στις Λαϊκές Δημοκρατίες της Ευρώπης, όπου τη στέλνει το κόμμα. Δίνει ομιλίες, μεταφράζει, γράφει. Η αυθόρμητη, πηγαία γραφή της, που πρωτογνώρισε το κοινό με το μοντερνιστικό μυθιστόρημα Δύσκολες νύχτες (1938), συμμορφώνεται στις οδηγίες της Επιτροπής Διαφώτισης του ΚΚΕ. Υποτάσσεται αλλά δυσφορεί: «Η λογοτεχνία δεν είναι καθαρά μαρξιστικό-πολιτικό κείμενο και θα πρέπει να της αφήνομε περιθώριο να κινιέται στο όνειρο, και στη φαντασία, και στις εικόνες της, και τις λέξεις της». Επαναπατρίζεται το 1965 και τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί το πεζογράφημα Το σπίτι μου. Το 1972 ακολουθεί η Κάδμω. Η Μέλπω πεθαίνει λίγους μήνες αργότερα, το 1973, σε μια πανσιόν στο Νέο Ψυχικό.

Εξαντλημένη από χρόνια, η Κάδμω επανακυκλοφορεί από τον Κέδρο που την πρωτοτύπωσε, με την επιμέλεια της Μαρίας Κακαβούλια, καθηγήτριας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, σε μια εμπεριστατωμένη, μεθοδική φιλολογική έκδοση. Την αδιαμεσολάβητη ανάγνωση του κειμένου ακολουθούν ένα ερμηνευτικό επίμετρο, εργοβιογραφία της συγγραφέως, σχόλια και μικρή κριτικογραφία που αποτυπώνει την πρόσληψη του έργου. Τον τόμο συμπληρώνει γλωσσάρι μυκονιάτικων λέξεων από τον Παναγιώτη Κουσαθανά.

«Αγαπημένη μου Μέλπω…»


Γιάννης Ρίτσος - Μέλπω Αξιώτη
Καταραμένα κι ευλογημένα χαρτιά
Σπαράγματα αλληλογραφίας (1960-1966)
Επιμέλεια, εισαγωγή, σημειώσεις Μαίρη Μικέ.
Εκδόσεις Αγρα, 2016,
σελ. 360

Στα φιλολογικά συμπληρώματα της Κάδμως βρίσκουμε και ένα σημείωμα για το χρονικό έκδοσης του έργου και την επιμέλεια του χειρογράφου από τον Γιάννη Ρίτσο. Τη σχέση τους, προσωπική και λογοτεχνική, διαφωτίζει η αλληλογραφία τους, που μόλις κυκλοφόρησε με τον τίτλο Καταραμένα κι ευλογημένα χαρτιά (Αγρα, 2016) και την επιμέλεια μιας άλλης συστηματικής μελετήτριας της Αξιώτη, της καθηγήτριας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μαίρης Μικέ.

Οι επιστολές, οι καρτ-ποστάλ και τα τηλεγραφήματα που ανταλλάσσουν οι δύο φίλοι επιστολογράφοι καλύπτουν τα χρόνια 1960-1966. Τον Απρίλιο του 1960 του στέλνει το Κοντραμπάντο, το πρώτο ποίημά της ύστερα από 20 χρόνια ποιητικής σιωπής. Ο Ρίτσος φροντίζει για την έκδοσή του στο περιοδικό Καινούρια Εποχή, για την επανέκδοση των Δύσκολων ημερών και των διηγημάτων του Τσέχοφ που έχει μεταφράσει η Αξιώτη. Εκείνη του στέλνει διορθώσεις, του ζητά βιβλία, υποδεικνύει φίλους και κριτικούς στους οποίους πρέπει να σταλούν αντίτυπα.

Ο Ρίτσος είναι αλληλογράφος τακτικός, πληθωρικός. Απέναντι στα 65 επιστολικά τεκμήρια του Ρίτσου σώζονται 18 δείγματα της Αξιώτη. Εκείνος ζει στην Αθήνα, μιλάει και γράφει στη γλώσσα του, συναναστρέφεται λογοτέχνες, παρακολουθεί την εξέλιξη της λογοτεχνίας μας από κοντά. Η Μέλπω τόσα χρόνια στα ξένα του λέει ότι έχει ξεμάθει να μιλάει και να γράφει. «Μίλα, σ' ακούω» την παροτρύνει εκείνος (24.4.1960). Πιάνουν σιγά-σιγά, μέσα από την τέχνη τους, το νήμα της παλιάς φιλίας τους. Ανταλλάσσουν απόψεις για τα γραφτά τους, σχολιάζουν τα διηγήματα του Νίκου Πολίτη και τα ποιήματα της Κικής Δημουλά. «Στείλε μου αν θέλεις τον "Επιτάφιο" - είδα μια κριτική σχετικά με τη μελοποίησή του και πολύ θάθελα να το διαβάσω» του γράφει η Μέλπω στις 27.11.1960.

Θερμός ο Ρίτσος, την προσφωνεί «Αγαπημένη μου Μέλπω». Εκείνη απαντά με ένα «Αγαπητέ φίλε». Της παραπονείται για ψυχρότητα. Εκείνη παραδέχεται κάποτε ότι του στέλνει γράμματα «ξερά σαν ξυλοκέρατο» αλλά του παραπονείται όταν δεν της γράφει συχνά και αντιδρά όταν ο Ρίτσος της απαντά σε αντίστοιχα ψυχρό ύφος: «Ο τρόπος που γράφω είναι ίσως κλειστός ή όπως αλλιώς τον πει κανείς, μα σε βεβαιώνω πως ποτέ, σε καμμιά περίπτωση, δεν ήταν αλλιώτικος σε πρόσωπα που μ' ενδιαφέρουν». Του ζητάει να τη δέχεται με τις κακές και τις καλές της μέρες, που οι τελευταίες δεν είναι και τόσο πολλές (20.8.1960).

Η εξομολογητική γραφή, η ανθρώπινη ανάσα των πεζογραφημάτων της, έστω και ασθματική, λείπει από τις επιστολές της Αξιώτη. Η απομόνωσή της στο εξωτερικό, η μοναξιά, η πικρία για τα προβλήματα του έλληνα πρόσφυγα κομμουνιστή λογοτέχνη, ο εκφραστικός περιορισμός, η κούραση κραυγάζουν σε τούτα τα «εμπορικά» γράμματα των οποίων η έκδοση συγχρονίζεται με την Κάδμω. Μαζί με το ανέκδοτο γαλλικό μυθιστόρημα Ρεπυμπλίκ - Βαστίλλη (Αγρα, 2014) που κυκλοφόρησε πρόσφατα συνιστούν μια σύγχρονη εκδοτική επαναφορά της Αξιώτη που καιρός είναι να αποκτήσει αναγνώστες σε νεότερες γενιές.



Πηγή: www.tovima.gr
Δημοσιεύτηκε στις 28/02/2016

Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire