Μιχάλης Τρίκκας

Σε "παράπλευρες απώλειες" των πολιτικών λιτότητας αναδεικνύονται οι στρατιωτικές δαπάνες στις χώρες της Δύσης καταγράφοντας μείωση για δεύτερη συνεχή χρονιά. Τις απώλειες στον παγκόσμιο τζίρο της αμυντικής βιομηχανίας σπεύδει, ωστόσο, να καλύψει η Ρωσία, η οποία μειώνει σταθερά την απόσταση που τη χωρίζει από τις ΗΠΑ και προβάλλει ως ανερχόμενη δύναμη στις εξαγωγές όπλων.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του σουηδικού ινστιτούτου SIPRI, το οποίο παρακολουθεί τις παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες τα τελευταία χρόνια, το Κρεμλίνο έχει αυξήσει, την τελευταία τετραετία, το μερίδιό του στην παγκόσμια αγορά σε 27%, ποσοστό που φέρνει τη Ρωσία μόλις δύο ποσοστιαίες μονάδες πίσω από τις ΗΠΑ, οι οποίες διατηρούν τη θέση του μεγαλύτερου εξαγωγέα όπλων στον κόσμο.

Η άνοδος των ρωσικών εξαγωγών αποδίδεται από τους Σουηδούς ερευνητές κυρίως στις μεγάλες ποσότητες στρατιωτικού εξοπλισμού που αγοράζονται τα τελευταία χρόνια από την Ινδία. Μετά το 2009, το Νέο Δελχί αύξησε τις στρατιωτικές του δαπάνες κατά 11%, με αποτέλεσμα να αποτελεί σήμερα τον καλύτερο πελάτη της παγκόσμιας αμυντικής βιομηχανίας.
Η Ασία και οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες αποτελούν τις βασικότερες αγορές για τις ρωσικές εξαγωγές. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, το Κρεμλίνο έχει πετύχει να αυξήσει σημαντικά το μερίδιο πωλήσεών του τόσο στη Λατινική Αμερική όσο και στην Αφρική. Η έκθεση του SIPRI που δόθηκε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα αναφέρει χαρακτηριστικά ότι το 91% των όπλων που αγοράστηκαν από την Αλγερία μεταξύ 2009 και 2013 προέρχονταν από τη Ρωσία.
Ενδεικτικό της σημασίας που αποδίδει η ρωσική κυβέρνηση στην αμυντική βιομηχανία είναι το γεγονός ότι, για πρώτη φορά μέσα στην τελευταία δεκαετία, η χώρα δαπάνησε μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ για στρατιωτικές δαπάνες από ό,τι οι ΗΠΑ. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η χώρα συνέχισε να εφαρμόζει το δεκαετές πρόγραμμα για τον εκμοντερνισμό των ενόπλων δυνάμεών της αυξάνοντας κατά 4,8% τα σχετικά κονδύλια που αγγίζουν πια το αστρονομικό ποσό των 87,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Σε διεθνές επίπεδο, οι στρατιωτικές δαπάνες μειώθηκαν για δεύτερη συνεχή χρονιά το 2013, κυρίως λόγω των περικοπών των αμυντικών δαπανών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, όπως εκτιμά το SIPRI. To σουηδικό ινστιτούτο υπολογίζει ότι οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες έφτασαν συνολικά τα 1,75 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2013, δηλαδή μειώθηκαν κατά 1,9% σε σύγκριση με το 2012.
Οι ΗΠΑ παρέμειναν στην πρώτη θέση με 640 δισεκατομμύρια δολάρια παρά τη μείωση των αμυντικών δαπανών κατά 7,8% που αποδίδεται στην αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν και το Ιράκ καθώς και τις δημοσιονομικές περικοπές που ενέκρινε το Κογκρέσο. Παρ' όλα αυτά, οι αμερικανικές στρατιωτικές δαπάνες παραμένουν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα. Παρά τη μείωσή τους, εξακολουθούν να ισοσκελίζουν τις αντίστοιχες δαπάνες των εννέα χωρών που ακολουθούν στην κατάταξη του SIPRI.
Η Κίνα, η οποία ακολουθεί τις ΗΠΑ στη σχετική κατάταξη, αύξησε τις δικές της στρατιωτικές δαπάνες κατά 7,4% σε ετήσια βάση, σε 188 δισεκατομμύρια δολάρια. Στις πρώτες θέσεις της κατάταξης παραμένει εξάλλου για μία ακόμη χρονιά και η Σαουδική Αραβία, που δαπάνησε πέρσι 67 δισεκατομμύρια δολάρια -αύξηση της τάξης του 14%, που την ανέβασε από την έβδομη στην τέταρτη θέση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Την πρώτη δεκάδα συμπληρώνουν η Γαλλία, η Βρετανία, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Ινδία και η Νότια Κορέα. Σε ό,τι αφορά τους μεγαλύτερους εξαγωγείς όπλων, τις πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Γερμανία, η Γαλλία, η Κίνα, η Βρετανία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Ουκρανία και το Ισραήλ.
Σημαντική αύξηση καταγράφεται και στις στρατιωτικές δαπάνες της Τουρκίας που αντικαθιστά τον Καναδά στη 14η θέση της παγκόσμιας κατάταξης στις στρατιωτικές δαπάνες. Η κυβέρνηση Ερντογάν αύξησε πέρσι τις δαπάνες αυτές κατά 2,3%, με αποτέλεσμα το συνολικό ποσό να ξεπερνά πια τα 19 δισεκατομμύρια δολάρια. Σημειώνεται ότι, την τελευταία δεκαετία, οι στρατιωτικές δαπάνες της γειτονικής χώρας αυξήθηκαν συνολικά κατά 13%.
Η έκθεση του SIPRI αναδεικνύει επίσης σημαντικές διαφοροποιήσεις ανά γεωγραφικές περιοχές. Οι αμυντικές δαπάνες μειώθηκαν στη Βόρεια Αμερική, στη Δυτική και στην Κεντρική Ευρώπη και στην Αυστραλία, καθώς συνεχίστηκε η επιβολή πολιτικών δημοσιονομικής λιτότητας, αλλά αυξήθηκαν στην Αφρική, στην Ασία, στην Ανατολική Ευρώπη, στη Λατινική Αμερική και στη Μέση Ανατολή.
"Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό είναι η φυσική συνέπεια της οικονομικής ανάπτυξης ή της αντίδρασης σε πραγματικές ανάγκες άμυνας", σχολιάζει ο Σαμ Πέρλο - Φρίμαν, επικεφαλής του προγράμματος του SIPRI για τις στρατιωτικές δαπάνες. "Σε άλλες περιπτώσεις, αντανακλά μια κατασπατάληση πόρων από τους φυσικούς πόρους, την κυριαρχία αυταρχικών καθεστώτων ή αναδυόμενες κούρσες εξοπλισμών σε περιφερειακό επίπεδο" προσθέτει.
Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών της Κίνας αποτέλεσε, σύμφωνα με το ινστιτούτο, την κύρια αιτία για τη συνολική αύξηση στην Ασία, η οποία ανήλθε σε 3,6%. Οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν επίσης στις Φιλιππίνες και στο Βιετνάμ, δύο κράτη που έχουν εδαφικές διενέξεις με την Κίνα. Αξιοσημείωτη αύξηση καταγράφουν και οι ιαπωνικές δαπάνες καθώς εντείνεται το ψυχροπολεμικό κλίμα στις σχέσεις της χώρας με την Κίνα.
Οι χώρες της Μέσης Ανατολής παραμένει σταθερά στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να καταγράφονται πέρσι στο Μπαχρέιν και στο Ιράκ. Το SIPRI αναφέρει ότι δεν υπάρχουν πολλά διαθέσιμα στοιχεία για τις αμυντικές δαπάνες πολλών χωρών της περιοχής όπως το Ιράν, η Συρία, η Υεμένη και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η γεωγραφική περιοχή στην οποία καταγράφηκε η μεγαλύτερη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών το 2013 ήταν η Αφρική - ανήλθε στο 8,3% σε ετήσια βάση. Οι χώρες όπου καταγράφηκαν οι υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες, η Αλγερία και η Ανγκόλα, χρησιμοποίησαν τα έσοδά τους από το πετρέλαιο και το αέριο για την αύξηση των αμυντικών δαπανών τους.
Οι δύο τελευταίες χώρες περιλαμβάνονται στις συνολικά 23 χώρες -μεταξύ των οποίων αναφέρονται το Αφγανιστάν, η Αργεντινή, η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, η Κίνα, η Γκάνα, η Παραγουάη, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία- οι οποίες διπλασίασαν τις στρατιωτικές τους δαπάνες μέσα στην τελευταία δεκαετία Σύμφωνα με την έκθεση του SIPRI, στις χώρες αυτές η οικονομική ανάπτυξη και τα μεγάλα έσοδα από τον ενεργειακό τομέα συμβαδίζουν με εσωτερικές και περιφερειακές συγκρούσεις.



Πηγή: Η Αυγή
Δημοσιεύτηκε στις 20/04/2014